«Κύριε Εισαγγελεύ,
Με συνεχείς δημόσιες δηλώσεις τους ορισμένοι δικαστικοί λειτουργοί διατυπώνουν την κατηγορία κατά των πολιτικών συλλήβδην ότι η ατιμωρησία υπουργών και υφυπουργών, που φέρονται να εμπλέκονται σε σκανδαλώδεις υποθέσεις του δημόσιου βίου τα τελευταία χρόνια, οφείλεται στο νόμο περί ευθύνης υπουργών, τον οποίο ψήφισαν οι πολιτικοί και όχι οι δικαστές. Είναι ακριβές ότι οι δικαστές δεν ευθύνονται ούτε για την σύνταξη και ψήφιση του νόμου περί ευθύνης υπουργών ούτε για την εφαρμογή του κατά το σκέλος των κοινοβουλευτικών διαδικασιών. Αποσιωπάται, όμως, ότι στις υποθέσεις αυτές ερευνώνται τυχόν ποινικές ευθύνες όχι μόνον μελών προηγουμένων κυβερνήσεων αλλά και άλλων προσώπων.
Παρότι, περιέργως πως, διαφεύγει της προσοχής των πολιτικολογούντων εκπροσώπων δικαστικών ενώσεων ότι προκύψασες πιθανές παραγραφές οφείλονται σε αιφνίδια διακοπή των εργασιών της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων κατά τον μήνα Μάιο του 2009 με απόφαση συγκεκριμένης κυβέρνησης, προσπερνώ την «παράλειψη» για να διατυπώσω τις ακόλουθες σκέψεις.
Στις ίδιες σκανδαλώδεις υποθέσεις φέρονται να εμπλέκονται και μη πολιτικά πρόσωπα. Συνεπώς, συμπεραίνει κάθε καλόπιστος ότι, αν για την ατιμωρησία των πολιτικών προσώπων ευθύνεται ο «προβληματικός» νόμος περί ευθύνης των υπουργών, τότε για όλους τους άλλους, που δεν είναι πολιτικά πρόσωπα, η Δικαιοσύνη προφανώς επιτέλεσε το καθήκον της, διερεύνησε και καταλόγισε ευθύνες, οι δε ένοχοι τιμωρήθηκαν με τις επιβαλλόμενες κατά περίπτωση ποινές.
Είμαι βέβαιος ότι δεν διαφεύγει της προσοχής σας, ότι κατά ρητή πρόβλεψη του νόμου (άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 3126/2003) η διαβίβαση δικογραφίας στη Βουλή για πολιτικά πρόσωπα δεν εμποδίζει την πρόοδο της έρευνας ή εξέτασης ως προς τα άλλα πρόσωπα. Μόνο δε σε περίπτωση παραπομπής πολιτικού στο Ειδικό Δικαστήριο συμπαραπέμπονται και οι τυχόν συμμέτοχοι, άλλως χωρίς καθυστέρηση πρέπει να κρίνονται οι τελευταίοι από τα κοινά ποινικά δικαστήρια.
Ευλόγως, λοιπόν, δημιουργείται αξίωση των πολιτών να πληροφορηθούν, πώς οι δικαστικοί λειτουργοί επιτελούν το χρέος τους, τιμωρούντες με τον προσήκοντα τρόπο, όσους δεν είχαν ή έχουν την ιδιότητα υπουργού ή υφυπουργού ή δικάζοντες πρώην υπουργούς και υφυπουργούς για πιθανά αδικήματα που δεν σχετίζονται με τα υπουργικά τους καθήκοντα.
Κατόπιν αυτών, παρακαλώ, να μου απαντήσετε:
1. Ποιοί και πόσοι εδιώχθησαν, παραπέμφθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου και δικάστηκαν από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο στις ενδεικτικά αναφερόμενες υποθέσεις των τηλεφωνικών υποκλοπών, του Βατοπεδίου, της SIEMENS, των ομολόγων, της «Ασπίδος-Πρόνοιας» και των γιατρών της De Puy.
2. Aν δεν έχουν εκδοθεί αποφάσεις σε πρώτο, έστω, βαθμό από αρμόδια ποινικά δικαστήρια, παρακαλώ, να με ενημερώσετε σε ποιο χρονικό σημείο της προδικασίας ή της διαδικασίας ενώπιον του ακροατηρίου βρίσκεται κάθε μία από τις παραπάνω υποθέσεις.
3. Aκόμη, πόσος χρόνος διέδραμε από την έναρξη της ποινικής έρευνας μέχρι σήμερα για κάθε υπόθεση ξεχωριστά. και
4. Τέλος, ποιοί πρώην υπουργοί ή υφυπουργοί διώχθηκαν και κρίθηκαν για αδικήματα που πιθανόν τέλεσαν και δεν σχετίζονται με την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων τους, οπότε στις περιπτώσεις αυτές δεν εφαρμόζεται ο νόμος περί ευθύνης υπουργών.
Κύριε Εισαγγελεύ,
Οι απαντήσεις σας θα συμβάλλουν στην ενημέρωση των πολιτών. Η πλήρης και ακριβής ενημέρωση του ελληνικού λαού για την απονομή της δικαιοσύνης σε υποθέσεις μεγάλου δημόσιου ενδιαφέροντος ενισχύει τη διαφάνεια, διευκολύνει κάθε πολίτη να γνωρίσει και να κατανοήσει τις επιδόσεις των δικαστικών λειτουργών, ενισχύει τελικώς το κύρος της Δικαιοσύνης.
Θεωρώ, την επιστολή μου αυτή ως στοιχείο της επίσημης και υπεύθυνης ενημέρωσης των πολιτών και γι’ αυτό θα δοθεί στη δημοσιότητα.
Με εκτίμηση,
Χάρης καστανίδης».
Στις ίδιες σκανδαλώδεις υποθέσεις φέρονται να εμπλέκονται και μη πολιτικά πρόσωπα. Συνεπώς, συμπεραίνει κάθε καλόπιστος ότι, αν για την ατιμωρησία των πολιτικών προσώπων ευθύνεται ο «προβληματικός» νόμος περί ευθύνης των υπουργών, τότε για όλους τους άλλους, που δεν είναι πολιτικά πρόσωπα, η Δικαιοσύνη προφανώς επιτέλεσε το καθήκον της, διερεύνησε και καταλόγισε ευθύνες, οι δε ένοχοι τιμωρήθηκαν με τις επιβαλλόμενες κατά περίπτωση ποινές.
Είμαι βέβαιος ότι δεν διαφεύγει της προσοχής σας, ότι κατά ρητή πρόβλεψη του νόμου (άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 3126/2003) η διαβίβαση δικογραφίας στη Βουλή για πολιτικά πρόσωπα δεν εμποδίζει την πρόοδο της έρευνας ή εξέτασης ως προς τα άλλα πρόσωπα. Μόνο δε σε περίπτωση παραπομπής πολιτικού στο Ειδικό Δικαστήριο συμπαραπέμπονται και οι τυχόν συμμέτοχοι, άλλως χωρίς καθυστέρηση πρέπει να κρίνονται οι τελευταίοι από τα κοινά ποινικά δικαστήρια.
Ευλόγως, λοιπόν, δημιουργείται αξίωση των πολιτών να πληροφορηθούν, πώς οι δικαστικοί λειτουργοί επιτελούν το χρέος τους, τιμωρούντες με τον προσήκοντα τρόπο, όσους δεν είχαν ή έχουν την ιδιότητα υπουργού ή υφυπουργού ή δικάζοντες πρώην υπουργούς και υφυπουργούς για πιθανά αδικήματα που δεν σχετίζονται με τα υπουργικά τους καθήκοντα.
Κατόπιν αυτών, παρακαλώ, να μου απαντήσετε:
1. Ποιοί και πόσοι εδιώχθησαν, παραπέμφθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου και δικάστηκαν από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο στις ενδεικτικά αναφερόμενες υποθέσεις των τηλεφωνικών υποκλοπών, του Βατοπεδίου, της SIEMENS, των ομολόγων, της «Ασπίδος-Πρόνοιας» και των γιατρών της De Puy.
2. Aν δεν έχουν εκδοθεί αποφάσεις σε πρώτο, έστω, βαθμό από αρμόδια ποινικά δικαστήρια, παρακαλώ, να με ενημερώσετε σε ποιο χρονικό σημείο της προδικασίας ή της διαδικασίας ενώπιον του ακροατηρίου βρίσκεται κάθε μία από τις παραπάνω υποθέσεις.
3. Aκόμη, πόσος χρόνος διέδραμε από την έναρξη της ποινικής έρευνας μέχρι σήμερα για κάθε υπόθεση ξεχωριστά. και
4. Τέλος, ποιοί πρώην υπουργοί ή υφυπουργοί διώχθηκαν και κρίθηκαν για αδικήματα που πιθανόν τέλεσαν και δεν σχετίζονται με την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων τους, οπότε στις περιπτώσεις αυτές δεν εφαρμόζεται ο νόμος περί ευθύνης υπουργών.
Κύριε Εισαγγελεύ,
Οι απαντήσεις σας θα συμβάλλουν στην ενημέρωση των πολιτών. Η πλήρης και ακριβής ενημέρωση του ελληνικού λαού για την απονομή της δικαιοσύνης σε υποθέσεις μεγάλου δημόσιου ενδιαφέροντος ενισχύει τη διαφάνεια, διευκολύνει κάθε πολίτη να γνωρίσει και να κατανοήσει τις επιδόσεις των δικαστικών λειτουργών, ενισχύει τελικώς το κύρος της Δικαιοσύνης.
Θεωρώ, την επιστολή μου αυτή ως στοιχείο της επίσημης και υπεύθυνης ενημέρωσης των πολιτών και γι’ αυτό θα δοθεί στη δημοσιότητα.
Με εκτίμηση,
Χάρης καστανίδης».