Η πρόβλεψή μου ήταν ότι η χώρα θα περάσει περίοδο κατάθλιψης, αλλά κάποια στιγμή θα υπάρξει εξέγερση της κοινωνίας ενάντια σε αυτούς που υπονομεύουν συστηματικά τα δικαιώματά της. Δεκαέξι μήνες μετά, τα πράγματα έχουν πάει χειρότερα και από τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις, ενώ η κυβέρνηση συμπεριφέρεται ως να αποτελεί την «Διοικούσα Επιτροπή» τρίτης αποικιοκρατικής δύναμης. Ως να μην έχει να δώσει σε οποιονδήποτε λογαριασμό, πλην του μητροπολιτικού-τροϊκανού κέντρου στο οποίο αναφέρεται. Ολα αυτά γίνονται στο όνομα αναγκών οι οποίες χρησιμοποιούνται ως εργαλείο εκφοβισμού και εκβιασμού.
Σήμερα, μετά την αποτυχία του Μνημονίου 1, και την αντιλαϊκή αγριότητα του άδικου μεσοπρόθεσμου «προγράμματος», οι πολίτες άρχισαν και πάλι να κινητοποιούνται. Η κυβέρνηση απάντησε με παραπέρα άρνηση της δημοκρατίας και των κανόνων της. Τη συνταγή των νεοφιλελεύθερων οικονομικών τη συνοδεύει πλέον με αυταρχικές ενέργειες. Πρόκειται για δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Αυτές συνοψίζονται στην κυβερνητική αντίληψη ότι το «παρακράτος είναι φτηνότερο του κράτους» και άρα χρησιμότερο για την πολιτική που ακολουθείται σε εποχή λιτότητας και αντιλαϊκών μέτρων απ' ό,τι το κράτος πρόνοιας και δικαίου.
Η κυβέρνηση παριστάνει ως να πιστεύει ότι σώζει τη χώρα. Θεωρεί, ακολουθούμενη από τις επευφημίες των βουλευτών της, ότι δικαιούται, κατά προέκταση, να κάνει ό,τι και όποτε θέλει απέναντι στους πολίτες. Αρέσκεται στο να αυτοχαρακτηρίζεται ως ο σωτήρας της χώρας, ενώ προωθεί -συχνά με τρόπο βίαιο- τον περιορισμό της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του πολίτη. Επιδιώκει «ο φόβος της χρεοκοπίας» να αποκρύψει την απάντηση στο ερώτημα «πώς και προς όφελος τίνος» μας «σώζει» η κυβέρνηση. Ενώ δεν εξηγεί το γιατί δεν παίρνει έστω και ένα μέτρο, επί παραδείγματι, ενάντια στη φοροκλοπή και τα καρτέλ. Στην ουσία, δηλαδή, η κυβέρνηση προβάλλει υπαρκτά και μη προβλήματα και θεωρεί ότι αυτή η προβολή δικαιολογεί κάθε δική της επιλογή.
Η κυβέρνηση οδηγεί τη χώρα σε χάος. Θεσμοί, δομές, συνθήκες ύπαρξης και δράσης της κοινωνίας βρίσκονται σε πλήρη αποσυντονισμό, αν όχι και αποδιοργάνωση. Αυτή την κατάσταση η κυβέρνηση την αντιμετωπίζει εντείνοντας τις επιθέσεις στην κοινωνία και την αριστερά, ενώ δεν χάνει ευκαιρία να χαιρετά τις απόψεις του ΛΑΟΣ και να ανέχεται χωρίς σχόλια και κριτική τη δράση της «Χρυσής Αυγής». Με αυτό τον τρόπο εμφανίζεται να ανησυχεί περισσότερο για τυχόν άνοδο της αριστεράς παρά για τις δράσεις της ακροδεξιάς. Και αυτό αποτελεί ιστορικό της λάθος.
Σε αντιμετώπιση της σημερινής κατάστασης, οφείλουν οι αντιμνημονιακές δημοκρατικές δυνάμεις εντός και εκτός του ΠΑΣΟΚ, στην αριστερά, καθώς και τα κινήματα των αγανακτισμένων, να διαμορφώσουν ένα μέτωπο δημοκρατικής αντίστασης και προώθησης εναλλακτικών λύσεων. Η ανάγκη αυτή αυξάνει, διότι η κυβέρνηση έχει ξεκοπεί από τις ανησυχίες και τις αγωνίες των πολιτών, την ίδια την πραγματικότητα. Σκέφτεται μόνο πώς θα μπορέσει να ασκεί εξουσία, κάτι που το χαρακτηρίζει η ίδια ως «ηρωικό» (!). Δεν αναζητά μια πολιτική πρακτική υπέρ της χώρας και των πολιτών της. Δεν δείχνει αναστολές προκειμένου να στηρίξει οποιαδήποτε άδικη πολιτική, και μάλιστα εν γνώσει της. Αποτελεί ζωντανό παράδειγμα αποσύνδεσης της πολιτικής από την ηθική και το δίκαιο.
*Άρθρο του Νίκου Κοτζιά, συγγραφέα, καθηγητή του Πανεπιστημίου Πειραιώς, για την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", Κυριακή 10 Ιουλίου 2011