O Μαρκ Φάμπερ το λέει ακόμα πιο ωμά: Τα πάντα είναι μια τεράστια απάτη. Δίνουν κορυφαία αξιολόγηση σε ομόλογα-σκουπίδια δημιουργώντας μια φούσκα τρισ. χωρίς αντίκρισμα, κι όταν αυτή σπάει, λένε απλώς «συγγνώμη λάθος»
Σαν να μην πέρασε μια μέρα… Μια από τις πιο εντυπωσιακές ειδήσεις της εβδομάδας ήταν τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε για το πρώτο τρίμηνο του 2010 η JP Morgan Chase.
Ο λόγος για τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ (βάσει ενεργητικού), η οποία στους πρώτους τρεις μήνες του έτους κατέγραψε καθαρά -όχι μεικτά- κέρδη της τάξεως των 5,5 δισ. δολαρίων! Το προηγούμενο τρίμηνο είχε εμφανίσει καθαρά κέρδη 4,8 δισ. δολ., ενώ το α' τρίμηνο του 2010 «μόλις» 3,3 δισ. δολ.
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή επίδοση που αντανακλά όχι απλά μία ολική επαναφορά των αμερικανικών τραπεζών στα προ της κρίσης του 2008 επίπεδα, αλλά μία ακόμα μεγαλύτερη συσσώρευση πλούτου. Πώς επετεύχθη αυτή η εντυπωσιακή ανάκαμψη; Χάρη σε άνευ προηγουμένου χαμηλά επιτόκια και εκτύπωση φρέσκου χρήματος.
Αυτή η συνταγή που ακολουθεί από το 2001 η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) είναι που δημιούργησε μία σειρά από «φούσκες» σε όλα τα μέτωπα, τις οποίες τελικά εξήγαγε και στον υπόλοιπο πλανήτη, προκειμένου να πλουτίσει η ελίτ της Wall Street, καταγγέλλει ένας από τους πλέον διάσημους «γκουρού» των αγορών, ο Μαρκ Φάμπερ. Όταν τα επιτόκια είναι τόσο χαμηλά, τονίζει, τότε ο κόσμος εξωθείται να δανειστεί, είτε πρόκειται για συνταξιούχους είτε για χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Σε αυτό το πλαίσιο σύντομα δημιουργούνται «τερατουργήματα» χρέους σαν αυτό της Lehman Brothers, η οποία είχε αξία κεφαλαιοποίησης 20 δισ. δολάρια, με την οποία υποστήριζε συνολική μόχλευση 600 δισ. δολαρίων.
Πολλοί πίστεψαν ότι η κατάρρευση της Lehman το 2008 θα έβαζε ταφόπλακα και σε αυτού του είδους τις πολιτικές. Η αλήθεια αποδείχθηκε διαφορετική. Δυόμισι χρόνια μετά η JP Morgan και οι υπόλοιπες συνιστώσες του αμερικανικού χρηματοοικονομικού κατεστημένου καταγράφουν αστρονομικά κέρδη, εκμεταλλευόμενες όχι μόνο τα μηδενικά επιτόκια με τα οποία δανείζονται αλλά και την εκτύπωση φρέσκου χρήματος που κάνει συστηματικά αυτό το διάστημα η Fed με επισήμως δεδηλωμένο στόχο να «ξαναφουσκώσουν» οι αξίες. Την ίδια ώρα οι ΗΠΑ (κι όχι η… Ζιμπάμπουε) ετοιμάζονται να καταγράψουν ρεκόρ για δεύτερη διαδοχική χρονιά στο έλλειμμα του προϋπολογισμού τους, που εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 1,4 τρισ. δολάρια, και να ανεβάσουν το ανώτατο όριο δανεισμού τους πάνω από τα 15 τρισ. δολ. προκειμένου να αποφύγουν μία άμεση στάση πληρωμών…
Δεν θέλει ερώτημα, λοιπόν, ποιον ωφέλησε τελικά η νομισματική πολιτική των ΗΠΑ. Ο Μαρκ Φάμπερ το λέει ακόμα πιο ωμά. Τα πάντα, λέει, είναι μια τεράστια απάτη. Σαν τη Moody's και τους υπόλοιπους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης. Δίνουν κορυφαία αξιολόγηση σε ομόλογα-σκουπίδια δημιουργώντας μια φούσκα τρισεκατομμυρίων δολαρίων χωρίς αντίκρισμα, κι όταν αυτή σπάει, λένε απλώς «συγγνώμη λάθος» και συνεχίζουν να κάνουν τη δουλειά τους ανενόχλητοι, χωρίς να τους εγκαλέσει κανείς.
«Πρόκειται για μια σύγχρονη μαφία», λέει. «Όπως στη μαφία ισχύει ο νόμος της ομερτά και κανείς δεν καταθέτει εναντίον άλλων μελών, έτσι και στο χρηματοοικονομικό κλάδο κανείς δεν θίγει κανέναν. Διότι ο ένας είναι πελάτης του άλλου. Αν εγώ αποκαλύψω κάτι, τότε όλο το σύστημα γνωρίζει ότι επιδιώκω να βλάψω κάποιον συγκεκριμένα και σύντομα θα βγουν στη φόρα και τα δικά μου άπλυτα».
«Όταν σε μια κοινωνία πολύ χρήμα συγκεντρώνεται σε πολύ λίγους, τότε κάτι δεν πάει καλά», εξομολογείται.
Για τον κ. Φάμπερ, μέρος αυτού του πλούτου πρέπει να πάει «στους εργαζόμενους, στο κράτος, στους καθηγητές πανεπιστημίου, στους οδοκαθαριστές αντί να το νέμονται τα σαΐνια του χρηματοοικονομικού κλάδου». Διότι, όπως επισημαίνει, «ο κλάδος αυτός έχει επιφορτιστεί με το ρόλο του ενδιαμέσου ανάμεσα στους ανθρώπους που χρειάζονται χρήματα και εκείνους που τα έχουν. Όταν, όμως, ο χρηματοοικονομικός κλάδος καταλήγει να καλύπτει τα τρία τέταρτα του παραγόμενου πλούτου, τότε κάτι δεν πάει καλά. Όταν υπάρχει για να παρέχει πίστη σε ανθρώπους που κερδοσκοπούν αντί να την παρέχει σε εκείνους που πραγματικά δουλεύουν, τότε κάτι δεν πάει καλά».
Κι όχι μόνο αυτό, «αντί να αφήσουν την αγορά να αποκαταστήσει τις ισορροπίες, επιχειρούν να λύσουν το πρόβλημα, τον υπερβολικό δανεισμό με επιπλέον δανεισμό», καταγγέλλει. Στο τέλος, προειδοποιεί, θα πρέπει κάποιος να πληρώσει τη νύφη. Για την ώρα την πληρώνουν οι απανταχού φορολογούμενοι με φόρους, υψηλά επιτόκια και επιδείνωση του βιοτικού τους επιπέδου...