ΑΡΙΘΜ. ΠΡΩΤ.:156 Αθήνα 3.5.2011
Αποτελεί κοινή διατύπωση ότι η Δημόσια Διοίκηση βρίσκεται από δεκαετίες σε βαθιά και γενικευμένη κρίση. Μια κρίση που αναπαράγει και βαθαίνει παρά τις τυμπανοκρουσίες των εκάστοτε κυβερνήσεων για τον εκσυγχρονισμό της, οι οποίες όμως τη χρησιμοποίησαν για εξυπηρέτηση συμφερόντων πολιτικών φίλων ή μικροκομματικών σκοπιμοτήτων. Τα κύρια προβλήματα της Δημόσιας Διοίκησης είναι η έλλειψη πόρων για την ικανοποίηση κοινωνικών αγαθών, ο κομματισμός και οι πελατειακές σχέσεις, η υποκατάσταση σε μεγάλο βαθμό των υπηρεσιών από τους φορείς της πολιτικής εξουσίας, η έλλειψη ουσιαστικής αποκέντρωσης, προγραμματισμού και οργάνωσης, η σύγχυση αρμοδιοτήτων, η πολυνομία, η γραφειοκρατία, η αναξιοκρατία, η αδιαφάνεια κ.α.
Οι παρεμβάσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων παρά ότι άνοιξαν το θέμα και έκαναν βήματα (ΚΕΠ – ΚΕΠΥΟ – ΣΥΖΕΥΞΗ – ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ κλπ) το αποτέλεσμα παραμένει χαμηλό σε σχέση με τις ανάγκες της κοινωνίας και των πολιτών.
Τώρα με το μνημόνιο και τις πολιτικές που απορρέουν απ’ αυτό, έπληξαν ακόμη περισσότερο τη Δημόσια Διοίκηση αφού οι αλλαγές που προωθούνται για τη μείωση του λειτουργικού και μισθολογικού κόστους οδηγούν σε παραπέρα περιορισμό των πόρων σε μεγάλη μείωση προσωπικού και άρα σε περιορισμό των παροχών προς τον πολίτη.
Το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση δεν εντάσσεται, σε ένα τέτοιο συνολικό πλαίσιο επίλυσης αλλά περιορίζεται σε ένα τεχνικό εκσυγχρονισμό που από τα πράγματα θα έχει και περιορισμένα αποτελέσματα.
Η χρήση των νέων τεχνολογιών μπορεί να συμβάλει στην πρόοδο και στην ανάπτυξη της κοινωνίας, αλλά από μόνη της δεν μπορεί να μεταμορφώσει τη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, δεδομένου ότι αποτελεί το μέσον και εξαρτάται από την πολιτική που εφαρμόζεται και δεν μπορεί από μόνη της να καταστήσει τη Δημόσια Διοίκηση αποτελεσματική.
Αντίθετα το γεγονός ότι το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει διατάξεις που επιδεινώνουν τη θέση των εργαζομένων όπως το άρθρο 41 (40ωρη εβδομαδιαία εργασία όταν είμαστε στο μέσο όρο της Ε.Ε. και πλην Γερμανίας οι άλλες χώρες είναι με λιγότερες ώρες ή κοντά στο μ.ο.) το καθιστά επιβαρυντικό για τους εργαζόμενους.
Η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. ζητά την απόσυρση του συγκεκριμένου άρθρου και την προώθηση διαλόγου για την αντιμετώπιση υπαρκτών κοινωνικών αναγκών αντί της αύξησης του χρόνου εργασίας. Διάταξη που προσθέτει από μια άλλη διάσταση και νέες περικοπές στις ήδη μειωμένες αποδοχές. Το δόγμα περισσότερη εργασία με λιγότερο μισθό και ελάχιστη κοινωνική ασφάλιση είναι σε πλήρη αντίθεση με τις ανάγκες των εργαζομένων, την ευθεία και στοχευμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων της Δημόσιας Διοίκησης, των πολιτών, τις θέσεις της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.. Επίσης ζητάμε την απόσυρση της ρύθμισης (άρθρο 46) για την καταβολή των σαράντα (40) ευρώ από τους ανέργους, τους νέους, προκειμένου να συμμετέχουν σε γραπτή δοκιμασία (τεστ) για διορισμό των υποψηφίων.
Οι επιμέρους παρατηρήσεις μπορούν να συνοψιστούν στα ακόλουθα:
· Ο συγχρονισμός με την επικρατούσα τάση στις χώρες της Ε.Ε., επιβάλλει το εν λόγω Σ/Ν να χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη αποκέντρωση, γεγονός που έρχεται σε αντιστοιχία με την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί με την εφαρμογή της νέας δομής της Περιφερειακής Διοίκησης, Αυτοδιοίκησης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Η εισαγωγή καινοτόμων θεσμών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (π.χ. δημοσίευση των πράξεων των Οργάνων της Αυτοδιοίκησης στο Διαδίκτυο) όταν μάλιστα έχει διακηρυχθεί η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση ως ένας από τους πυλώνες της νέας αρχιτεκτονικής της Αυτοδιοίκησης, δεν μπορεί να μην προβλέπονται στο νομοσχέδιο με ανάλογους θεσμούς και Όργανα που θα διασφαλίζουν τόσο τη διασύνδεση με τα κεντρικά Όργανα διαμόρφωσης των πολιτικών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης όσο και την αποτελεσματική υλοποίηση/εφαρμογή/έλεγχο/αξιολόγηση των πολιτικών αυτών σε τοπικό αυτοδιοικητικό επίπεδο (Περιφέρεια και ΟΤΑ Α’ Βαθμού).
· Παρ’ ότι βασικός στόχος του Σ/Ν είναι η απλούστευση των διαδικασιών, σε πολλά άρθρα περιγράφονται έννοιες και διαδικασίες με τρόπο που οδηγεί σε αντιφάσεις ή με τρόπο που δημιουργεί πρόσθετα διοικητικά βάρη, ως μη έπρεπε.
Για παράδειγμα, η χορηγούμενη εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εσωτερικών για προσδιορισμό των προτύπων και ελαχίστων προδιαγραφών μορφής των ηλεκτρονικών εγγράφων, εκτός του ότι έχει ήδη ρυθμιστεί και μάλιστα προσφάτως (23- 9- 2010), μπορεί να δημιουργήσει ασάφειες και αντιφάσεις στα ήδη προσδιορισθέντα πρότυπα ηλεκτρονικών εγγράφων.
· Το όλο εγχείρημα απαιτεί την ύπαρξη τεχνικών δομών/υποδομών και άρτια εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, η έλλειψη των οποίων εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και έγκυρα μπορεί να οδηγήσει σε υπονόμευση ή ακόμα και ακύρωση της όλης προσπάθειας που επιχειρείται μέσω του εν λόγω Ν/σ.
Ενώ αποτελεί «κοινό τόπο» ότι ένα από τα χρόνια προβλήματα της Δημόσιας Διοίκησης είναι η έλλειψη υποδομών και εξειδικευμένου προσωπικού, δεν προβλέπεται ούτε στο Νομοσχέδιο ούτε στην Αιτιολογική Έκθεση η ύπαρξη συγκεκριμένου σχεδίου μετάβασης (road map), καθώς και συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων για την αντιμετώπιση των αναφερθέντων εγγενών δομικών και λειτουργικών προβλημάτων.
· Στο Σ/Ν επαναλαμβάνεται η διατύπωση «με την επιφύλαξη ειδικών ρυθμίσεων». Απαιτείται η κωδικοποίηση των ειδικών ρυθμίσεων ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος διαφορετικών εκτιμήσεων εκ μέρους των εμπλεκόμενων μερών.
Καθώς τα τελευταία χρόνια έχουν ρυθμιστεί κρίσιμα θέματα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (όπως η ηλεκτρονική αυθεντικοποίηση, το εθνικό πλαίσιο της διαλειτουργικότητας κ.ά.), ο προτεινόμενος νόμος, ως νόμος- πλαίσιο, θα όφειλε να είναι όσο το δυνατόν πιο ομογενοποιημένος, νοηματικά σφικτός και συγκεκριμένος, στοχεύοντας στην επίτευξη μιας πραγματικής Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, η οποία θα υπερβαίνει το αρχικό επίπεδο της απλής παροχής πληροφοριών μέσω Διαδικτύου και θα φθάνει στο σημείο της ολοκλήρωσης, προσφέροντας προηγμένες υπηρεσίες σε ένα πλήρως διαδραστικό (interactive) περιβάλλον εργασίας για τη Δημόσια Διοίκηση, για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Επομένως, η κωδικοποιημένη αναφορά στις «ειδικές ρυθμίσεις» αποτελεί «εκ των ων ουκ άνευ» προϋπόθεση για την ανωτέρω μετάβαση.
· Στο Σ/Ν περιλαμβάνονται μια σειρά από νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις για την έκδοση δευτερογενών ρυθμίσεων (Κ.Υ.Α., Υ.Α., Π.Δ.) για την υλοποίηση του νόμου. Ο μεγάλος αριθμός (είκοσι τριών) των νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων, εκτός του ότι δεν συνάδει με τις αρχές της «καλής νομοθέτησης», αυξάνει επιπλέον την ασάφεια και αβεβαιότητα για την υλοποίηση του νόμου με δεδομένη την απουσία επιχειρησιακού σχεδίου εφαρμογής του.
Προτάσεις
· Θεωρείται απαραίτητη η ύπαρξη επιχειρησιακού σχεδίου εφαρμογής του Νόμου για τη διασαφήνιση σημαντικών λεπτομερειών για τη θετική έκβαση του όλου εγχειρήματος.
· Κεντρικός παράγοντας για την επιτυχία της όλης προσπάθειας θεωρείται η αντιμετώπιση του ψηφιακού χάσματος που υπάρχει σήμερα, με την έγκαιρη και άρτια κάλυψη των αναγκών για στοχευμένη εκπαίδευση και επιμόρφωση του ανθρωπίνου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης αλλά και του απλού χρήστη σε θέματα που προκύπτουν από την εφαρμογή του Σ/Ν.
· Η ηλεκτρονική υπογραφή στην οποία βασίζεται η επιχειρούμενη αλλαγή και η οποία αποτελεί κρίσιμο παράγοντα επιτυχίας της επιτυχούς εφαρμογής του θεσμού της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στη χώρα μας και στην οποία βασίζεται η επιχειρούμενη αλλαγή πρέπει ταχύτατα να εφαρμοστεί σε ευρύτερη κλίμακα, προσφέροντας προηγμένες λύσεις σε ένα διαδραστικό (interactive) περιβάλλον εργασίας για τη Δημόσια Διοίκηση, για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
· Η ηλεκτρονική επικοινωνία μεταξύ Φορέων, οργανωτικών μονάδων και υπαλλήλων του Δημοσίου πρέπει να καταστεί αποκλειστική και όχι παράλληλη μέθοδος επικοινωνίας, μετά από μια μεταβατική περίοδο. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να προβλεφθεί ειδικό επιχειρησιακό πρόγραμμα εφαρμογής του νόμου για τη Δημόσια Διοίκηση και Τοπική Αυτοδιοίκηση, στη διαμόρφωση και υλοποίηση του οποίου θα πρέπει να κληθούν να συνεισφέρουν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς.
· Θεωρείται απαραίτητος ο προσανατολισμός της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης προς την τοπική αυτοδιοίκηση (Περιφέρεια – Ο.Τ.Α. Α’ Βαθμού) με τη δημιουργία θεσμών και οργάνων εφαρμογής, ελέγχου και αξιολόγησης προκειμένου να εδραιωθεί η «Καλή Τοπική Διακυβέρνηση».
Για την Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ