Η ιστορία των πιο γνωστών οίκων αξιολόγησης, δηλαδή των S&Ρ, Moody's και Fitch, δεν συνοδεύεται από λαμπρές επιτυχίες. Αντίθετα, οι αποτυχίες τους (όπως, για παράδειγμα, η υψηλή βαθμολογία που έδιναν στο αξιόχρεο της Lehman που χρεοκόπησε ή, γενικότερα, των χρηματοοικονομικών προϊόντων με αναφορά στην αγορά των στεγαστικών δανείων των ΗΠΑ που επίσης κατέρρευσε, έκαναν θόρυβο), έθιξαν μεν την αξιοπιστία τους σε επίπεδο εντυπώσεων, τους άφησαν δε να συνεχίσουν ανεμπόδιστα το έργο τους.
Οι οίκοι συνεχίζουν να κερδίζουν εκατομμύρια, αφού αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οταν μια χώρα ή μια εταιρεία θέλει να προσφύγει στις αγορές, πρέπει να έχει ένα «πιστοποιητικό» για το κατά πόσο και σε πιο βαθμό μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Αυτό το πιστοποιητικό αποτελεί προϋπόθεση για την προσφυγή στις αγορές και το παρέχουν οι οίκοι αξιολόγησης. Επίσης, εκτός από την αξιολόγηση του αξιόχρεου μιας επιχείρησης, κράτους ή δήμου, παρέχουν και συμβουλευτικές υπηρεσίες. Συμβουλεύουν δηλαδή μια τράπεζα πώς να δανειστεί, ποια στοιχεία του ενεργητικού θα χρησιμοποιήσει για το δανεισμό, πού να απευθυνθεί και πώς να το κάνει (νομικά και χρηματοοικονομικά). Είναι οι ίδιοι που συμβουλεύουν τους εκδότες να δημιουργήσουν διάφορα προϊόντα χρέους και στη συνέχεια αξιολογούν αυτά τα προϊόντα.Είναι ο μεγαλύτερος οίκος αξιολόγησης του κόσμου και αποτελεί θυγατρική του αμερικανικού ομίλου McGraw-Hill, που δραστηριοποιείται στους τομείς των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, των εκδόσεων, της ενημέρωσης και της εκπαίδευσης. Η S&Ρ λειτουργεί εδώ και 150 χρόνια και παρέχει στους επενδυτές πληροφορίες για τον πιστωτικό κίνδυνο, τους χρηματιστηριακούς δείκτες, τις επενδύσεις στις κεφαλαιαγορές. Το 2009 πραγματοποίησε πάνω από 870.000 αναλύσεις πιστωτικού κινδύνου, αξιολογώντας στοιχεία χρέους που αντιστοιχούν σε 32 τρισεκατομμύρια δολάρια (το σύνολο της αγοράς χρέους εκτιμάται σε 42,1 τρισ. δολάρια).
Ο όμιλος της McGraw-Hill είχε το 2009 έσοδα 5,952 δισ. δολάρια (6,36 δισ. το 2008) εκ των οποίων τα 2,61 δισ. ευρώ (από 2,654 δισ. δολ. το 2008) προέρχονται από το τμήμα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που ηγείται η θυγατρική S&Ρ. Το τμήμα αυτό αποτελεί την αγελάδα του ομίλου, αφού από τον τζίρο των 2,61 δισ. δολ. παράγονται λειτουργικά κέρδη 1,014 δισ. δολ. Ο μεγαλύτερος μέτοχος στην McGraw-Hill είναι ο επενδυτικός οίκος Capital με ποσοστό 12,45% και ακολουθούν άλλοι θεσμικοί επενδυτές State Street Corp. 4,39%, Vanguard 4,22% κ.λπ.
Αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία. Διαχωρίζεται σε δύο τμήματα, τη Moody's Investors Service, που ασχολείται με τις αξιολογήσεις, και τη Moody's Analytics, που παρέχει αναλύσεις, έρευνες και οικονομικά δεδομένα.
Είναι εταιρεία εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, με χρηματιστηριακή αξία 7,2 δισ. δολάρια. Μεγαλύτερος μέτοχος με 12,41% είναι ο Warren Buffet, μέσω της Pacific Cathaway. Επένδυσε όταν πολλοί κατηγορούσαν τους οίκους αξιολόγησης για μεθοδεύσεις και εσφαλμένες εκτιμήσεις στη διάρκεια της κρίσης του 2008, με αποτέλεσμα να πέσει η αξία τους. Και κέρδισε αρκετά λεφτά, αφού η μετοχή της Moody's από τότε υπερδιπλασιάστηκε ενώ ο Buffet μείωσε σημαντικά τη συμμετοχή του (συμπτωματικώς τις τελευταίες εβδομάδες η μετοχή υποχωρεί). Δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος είναι η Capital, ο ίδιος επενδυτικός οίκος που συμμετέχει και στην McGraw Hill, τη μητρική της S&Ρ. Αλλοι μέτοχοι της Moody's είναι Valueact holdings, Vanguard Group State Street κλπ.
Ο όμιλος Moody's είχε το 2008 έσοδα 1,755 δισ. δολάρια, λειτουργικά κέρδη 748 εκατ. δολ. και καθαρά κέρδη 457,6 εκατ. ευρώ. Από αυτά τα 1,205 δισ. δολάρια προήλθαν από τις αξιολογήσεις χρέους (Moody's Investors Service) και τα υπόλοιπα 550 εκατ. από τις υπηρεσίες της Moody's Analytics.
Είναι η τρίτη σε μέγεθος εταιρεία του κλάδου μετά την Standards & Poors και την Moody's. Την περίοδο 2008/2009 πραγματοποίησε έσοδα 559 εκατ. ευρώ, λειτουργικά κέρδη 137 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη (μετά από φόρους) 22 εκατ.
Ιδιοκτήτης της είναι ο γάλλος επιχειρηματίας Mark Ladreit de Lacharriere. Είναι κάτοχος του 73,6% των μετοχών (ή ασκεί δικαιώματα για το 87% των μετοχών) της εταιρείας Fimalac, η οποία κατέχει το σύνολο των μετοχών της Fitch Group. Η Fimalac ή Financiere Marc de Lacharriere είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο του Παρισιού με χρηματιστηριακή αξία 712 εκατ. ευρώ. Ο Mark Ladreit de Lacharriere, σημαίνον στέλεχος της γαλλικής και όχι μόνο επιχειρηματικής κοινότητας, συνδυάζει business, πολιτιστικές δραστηριότητες και εσχάτως αγαθοεργίες. Είναι μέλος του δ.σ. μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων όπως της Casino, της L'Oreal και της Renault. Το 2006 εκλέχτηκε πρόεδρος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών. Είναι επίσης πρόεδρος του εκδοτικού ομίλου La Revue des Deux Mondes και φιλανθρωπικού ιδρύματος. Είναι χορηγός στο Μουσείο του Λούβρου και πρέσβης καλής θέλησης της Unesco.
www.enet.gr